votation
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- votation < voter
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /vɔ.ta.sjɔ̃/
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
votation | votations |
votation (fr) θηλυκό
- la votation populaire - το δημοψήφισμα