warmonger
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]Προφορά
[επεξεργασία]/?/
Ετυμολογία en
[επεξεργασία]warmonger < war + -monger (< monger)
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]warmonger (en)
- πολεμεγέρτης, πολεμοποιός, πολεμογόνος
- μη ακριβείς μεταφράσεις: πολεμοχαρής, πολεμοκάπηλος