winter
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
winter | winters |
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]winter (en)
- ο χειμώνας
επιλογή κατάλληλων προθέσεων
[επεξεργασία]- in (the) winter: τον χειμώνα
Ρήμα
[επεξεργασία]winter (en)