ĝenerala
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Επίθετο[επεξεργασία]
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | ĝenerala | ĝeneralaj |
αιτιατική | ĝeneralan | ĝeneralajn |
ĝenerala (eo)
- ĝenerala direktoro - γενικός διευθυντής