stress: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ r2.7.1) (Ρομπότ: Προσθήκη: es:stress
Flubot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ ενημέρωση των interwikis, προσθήκη tl
Γραμμή 50: Γραμμή 50:
[[sw:stress]]
[[sw:stress]]
[[ta:stress]]
[[ta:stress]]
[[tl:stress]]
[[tr:stress]]
[[tr:stress]]
[[vi:stress]]
[[vi:stress]]

Αναθεώρηση της 20:26, 27 Νοεμβρίου 2011

Αγγλικά (en)

Ουσιαστικό

stress (en)

  1. η καταπόνηση
  2. το άγχος



Γαλλικά (fr)

Ουσιαστικό

ενικός πληθυντικός
stress stress

stress (fr) αρσενικό

Συγγενικά