stress: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Flubot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ ενημέρωση των interwikis, προσθήκη cs
Flubot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ ενημέρωση των interwikis, προσθήκη chr
Γραμμή 21: Γραμμή 21:


[[ar:stress]]
[[ar:stress]]
[[chr:stress]]
[[cs:stress]]
[[cs:stress]]
[[da:stress]]
[[da:stress]]

Αναθεώρηση της 05:47, 13 Αυγούστου 2013

Αγγλικά (en)

Ουσιαστικό

stress (en)

  1. η καταπόνηση
  2. το άγχος



Γαλλικά (fr)

Ουσιαστικό

ενικός πληθυντικός
stress stress

stress (fr) αρσενικό

Συγγενικά