enchaîner: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Flubot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ ενημέρωση των interwikis, προσθήκη hu
μ Ρομπότ: Αφαίρεση: io:enchaîner
Γραμμή 22: Γραμμή 22:
[[hu:enchaîner]]
[[hu:enchaîner]]
[[id:enchaîner]]
[[id:enchaîner]]
[[io:enchaîner]]
[[ko:enchaîner]]
[[ko:enchaîner]]
[[li:enchaîner]]
[[li:enchaîner]]

Αναθεώρηση της 22:27, 22 Μαΐου 2014

Γαλλικά (fr)

Ρήμα

enchaîner (fr)

  1. αλυσοδένω
  2. ενώνω με λογική ή φυσική σειρά διάφορα στοιχεία
  3. (στο θέατρο) συνεχίζω ένα έργο μετά από μια διακοπή

Συγγενικά

Άλλες γραφές