Τανιελιάν
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- Τανιελιάν : αρμενική ς προέλευσης, πατρωνυμικό· μορφολογικά αναλύεται σε Τανιέλ + -ιάν.
Κύριο όνομα
[επεξεργασία]Τανιελιάν αρσενικό ή θηλυκό, άκλιτο
- επώνυμο (ανδρικό ή γυναικείο), άλλη μορφή του Ντανιελιάν, κατά την προφορά στη δυτική αρμενική
Δείτε επίσης
[επεξεργασία]-
Δανιήλ Δανελιάν (Τανιέλ Τανιελιάν) στη Βικιπαίδεια
(1909–1980), αρμενικής καταγωγής Έλληνας ποδοσφαιριστής και μπασκετμπολίστας