κίτρινη κάρτα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Πολυλεκτικός όρος[επεξεργασία]
κίτρινη κάρτα θηλυκό
- (αθλητισμός) προειδοποίηση που κάνει ένας διαιτητής σε έναν ποδοσφαιριστή παρουσιάζοντάς του μπροστά σε όλους μια κάρτα αυτού του χρώματος
- (ιατρική, φαρμακευτική) το εμπιστευτικό δελτίο αναφοράς ανεπιθύμητων ενεργειών φαρμάκων που συντάσσει ο γιατρός και υποβάλλει στον Εθνικό Οργανισμό Φαρμάκων (ΕΟΦ) και που αφορά εκτός από φάρμακα, τα παράγωγα αίματος, εμβόλια, σκιαγραφικά, διαγνωστικά καθώς και οδοντιατρικά υλικά.
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
κίτρινη κάρτα