κομιτάτον
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Μεσαιωνικά ελληνικά (gkm)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- κομιτάτον < (άμεσο δάνειο) λατινική comitatus < comitor < comes < com- + eo < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή ρίζα *h₁ey-
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
κομιτάτον ουδέτερο
Πηγές[επεξεργασία]
- (Χρειάζεται τεκμηρίωση…)