ντολμέν
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ντολμέν ουδέτερο άκλιτο
- (αρχαιολογία) προϊστορικός μεγαλιθικός τάφος που αποτελείται από έναν πεπλατυσμένο λίθο στην κορυφή και από δύο ή περισσότερα κάθετα μενίρ