Καταφυγιώτισσα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- Καταφυγιώτισσα < προσωνύμιο Καταφυγιώτης (< καταφύγιο, καταφυγή) + -ισσα
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Καταφυγιώτισσα θηλυκό
- (θρησκεία) προσωνυμία της Παναγίας
Συγγενικά[επεξεργασία]
- Καταφυγιώτης (προσωνύμιο και επώνυμο)