Κώμη

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: κώμη

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η Κώμη οι Κώμες
      γενική της Κώμης των Κωμών
    αιτιατική την Κώμη τις Κώμες
     κλητική Κώμη Κώμες
Κατηγορία όπως «νίκη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Κώμη < κώμη

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Κώμη θηλυκό

  1. ονομασία οικισμών της Ελλάδας
  2. οικισμός της Κύπρου στο κατεχόμενο από τους Τούρκους τμήμα της (Καρπασία, Επαρχία Αμμοχώστου)

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]