Μερέντα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
↓ πτώσεις | ενικός | |||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | Μερέντα | ||
γενική | της | Μερέντας | ||
αιτιατική | τη | Μερέντα | ||
κλητική | Μερέντα | |||
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- Μερέντα < → λείπει η ετυμολογία
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /meˈɾen.da/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Με‐ρέ‐ντα
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Μερέντα θηλυκό
Παράγωγα[επεξεργασία]
- Μερεντίτης (πατριδωνυμικό, επώνυμο)
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
- Μερέντα στη Βικιπαίδεια
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'σοφία' χωρίς πληθυντικό (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά θηλυκά (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά χωρίς πληθυντικό (νέα ελληνικά)
- Ελλείπουσες ετυμολογίες (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Κύρια ονόματα (νέα ελληνικά)
- Βουνά της Αττικής (νέα ελληνικά)
- Βουνά (νέα ελληνικά)
- Τοπωνύμια της Αττικής (νέα ελληνικά)
- Τοπωνύμια (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)