Σφήκα

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: σφήκα

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία 1[επεξεργασία]

Σφήκα < γενική ενικού του αρσενικού Σφήκας

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Σφήκα θηλυκό

Μεταγραφές[επεξεργασία]

Ετυμολογία 2[επεξεργασία]

Σφήκα < σφήκα • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Ετυμολογία 3[επεξεργασία]

Σφήκα : κλιτικός τύπος

Κλιτικός τύπος κυρίου ονόματος[επεξεργασία]

Σφήκα αρσενικό

Ομώνυμα / Ομόηχα[επεξεργασία]