αδολέσχημα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]αδολέσχημα ουδέτερο
Συνώνυμα
[επεξεργασία]- → δείτε τη λέξη φλυαρία
Συγγενικά
[επεξεργασία]- → δείτε τη λέξη αδολεσχία