αλευρόσητα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
αλευρόσητα θηλυκό
- η σήτα που χρησιμοποιείται για αλευροκοσκίνισμα και φέρει λεπτό πλέγμα από μεταλλικές ή πλαστικές ίνες
Συνώνυμα[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
αλευρόσητα
|