αλλαξοφαγία
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
αλλαξοφαγία θηλυκό
- η αλλαγή των διατροφικών συνηθειών
- Γιατί η νηστεία είναι συνυφασμένη με τη φιλανθρωπία, με την ελεημοσύνη και την αγάπη προς τον άνθρωπο. Η νηστεία δεν είναι αλλαξοφαγία, είναι πνευματική επιστήμη. (*)
Άλλες μορφές[επεξεργασία]
Συγγενικά[επεξεργασία]
- αλλαξοφαγίζω
- → δείτε τις λέξεις αλλάζω και τρώω
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
αλλαξοφαγία
|