αναγνωστικό

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το αναγνωστικό τα αναγνωστικά
      γενική του αναγνωστικού των αναγνωστικών
    αιτιατική το αναγνωστικό τα αναγνωστικά
     κλητική αναγνωστικό αναγνωστικά
Κατηγορία όπως «βουνό» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

αναγνωστικό < ουσιαστικοποιημένο ουδέτερο του επιθέτου αναγνωστικός

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

αναγνωστικό ουδέτερο

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Κλιτικός τύπος επιθέτου[επεξεργασία]

αναγνωστικό