ανοσοϊστοχημεία
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- ανοσοϊστοχημεία < άνοσος + -ο- + ιστοχημεία ((μεταφραστικό δάνειο) αγγλική immunohistochemistry)
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ανοσοϊστοχημεία θηλυκό
- άλλη μορφή του ιστοχημεία
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
ανοσοϊστοχημεία
|