απανουσιά

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η απανουσιά οι απανουσιές
      γενική της απανουσιάς των απανουσιών
    αιτιατική την απανουσιά τις απανουσιές
     κλητική απανουσιά απανουσιές
Οι καταλήξεις προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «καρδιά» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

απανουσιά < απάν(ου) + -ωσιά [1]

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /a.pa.nuˈsça/
τυπογραφικός συλλαβισμός: α‐πα‐νου‐σιά

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

απανουσιά θηλυκό

Αναφορές[επεξεργασία]

  1. Αγγελική Ράλλη (2017), Λεξικό διαλεκτικής ποικιλίας Κυδωνιών, Μοσχονησίων & Βορειοανατολικής Λέσβου. Παλλήνη: Ελληνικό Ίδρυμα Ιστορικών Μελετών [ΙΔΙΣΜΕ]. ISBN 978-960-9789-06-6, σελ. 51.