βιβλιαγορά

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η βιβλιαγορά οι βιβλιαγορές
      γενική της βιβλιαγοράς των βιβλιαγορών
    αιτιατική τη βιβλιαγορά τις βιβλιαγορές
     κλητική βιβλιαγορά βιβλιαγορές
Κατηγορία όπως «καρδιά» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

βιβλιαγορά (νεολογισμός) < βιβλι- + -αγορά

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /vi.vli.a.ɣoˈɾa/
τυπογραφικός συλλαβισμός: βι‐βλι‐α‐γο‐ρά

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

βιβλιαγορά θηλυκό

  1. η αγορά του βιβλίου
    ※  Η πτώση της κατανάλωσης στη βιβλιαγορά συντείνει στην κρίση, επιφέρει συνεχείς πιέσεις σε όλους τους παράγοντες, εκδότες, τυπογράφους, συγγραφείς. (εφημερίδα Το Βήμα, 20/1/2013)
  2. το αγόρασμα βιβλίων

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Πηγές[επεξεργασία]

  • Δελτίο Επιστημονικής Ορολογίας και Νεολογισμών. Ακαδημία Αθηνών. Τεύχος 11, έτος 2012, ISSN: 1106‑8027. Διαθέσιμο pdf στο repository.academyofathens.gr