επανεκλογιμότητα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- επανεκλογιμότητα < επανεκλόγιμος + -ότητα
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
επανεκλογιμότητα θηλυκό
- (πολιτική) η ιδιότητα του επανεκλόγιμου
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
επανεκλογιμότητα
|