κατά μέτωπο επίθεση

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

κατά μέτωπο επίθεση → δείτε τις λέξεις κατά, μέτωπο και επίθεση

Έκφραση[επεξεργασία]

κατά μέτωπο επίθεση θηλυκό

  1. (στρατιωτικός όρος) έκφραση που χρησιμοποιείται για την τακτική της άμεσης επίθεσης στο μέτωπο της παράταξης του εχθρού σε στρατιωτικές μάχες (σε αντιδιαστολή προς την πλαγιοκόπηση ή άλλες τακτικές π.χ. φθοράς του εχθρού)
  2. (μεταφορικά) η έκφραση χρησιμοποιείται για κάθε είδους αντιπαράθεση, σε αντιδιαστολή προς την επιδίωξη της νίκης με έμμεσο, πλάγιο τρόπο ή ήπια τακτική

Μεταφράσεις[επεξεργασία]