κλαρινετίστρια
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- κλαρινετίστρια < κλαρινετίστας + κατάληξη θηλυκού -ίστρια
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
κλαρινετίστρια θηλυκό
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
κλαρινετίστρια
|