μαντιλάκι

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το μαντιλάκι τα μαντιλάκια
      γενική
    αιτιατική το μαντιλάκι τα μαντιλάκια
     κλητική μαντιλάκι μαντιλάκια
Η κατάληξη του πληθυντικού -ια προφέρεται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «παιδάκι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

μαντιλάκι < μαντίλι

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

μαντιλάκι ουδέτερο

Μεταφράσεις[επεξεργασία]