μικροκυκλοφορία
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- μικροκυκλοφορία < μικρο- + κυκλοφορία ((μεταφραστικό δάνειο) αγγλική microcirculation[1])
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
μικροκυκλοφορία θηλυκό
- (ιατρική) η κυκλοφορία αίματος μέσω των μικρών αιμοφόρων αγγείων (αρτηρίδια, τριχοειδή αγγεία, φλεβίδια κ.λπ.)
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
- Microcirculation στην αγγλική Βικιπαίδεια
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
μικροκυκλοφορία
Αναφορές[επεξεργασία]
- ↑ μικροκυκλοφορία - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'σοφία' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά θηλυκά (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με πρόθημα μικρο- (νέα ελληνικά)
- Μεταφραστικά δάνεια από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Ιατρική (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)