νοησιοκρατία

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η νοησιοκρατία οι νοησιοκρατίες
      γενική της νοησιοκρατίας των νοησιοκρατιών
    αιτιατική τη νοησιοκρατία τις νοησιοκρατίες
     κλητική νοησιοκρατία νοησιοκρατίες
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

νοησιοκρατία < αρχαία ελληνική νόησι(ς) (νόηση) + -ο- + -κρατία (απόδοση για τη γαλλική intellectualisme)[1]

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

νοησιοκρατία θηλυκό

Συνώνυμα[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Αναφορές[επεξεργασία]