σηματολογία

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η σηματολογία οι σηματολογίες
      γενική της σηματολογίας των σηματολογιών
    αιτιατική τη σηματολογία τις σηματολογίες
     κλητική σηματολογία σηματολογίες
Συνήθως στον ενικό.
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

σηματολογία < σήματ(ος) + -ο- + -λογία[1]

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /si.ma.to.loˈʝi.a/
τυπογραφικός συλλαβισμός: ση‐μα‐το‐λο‐γί‐α

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

σηματολογία θηλυκό

  • η επικοινωνία με την χρήση σημάτων

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Αναφορές[επεξεργασία]

  1. Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2002). Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας (Βʹ έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας.  (Αʹ έκδοση: 1998)