σκολύμπρι
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | σκολύμπρι | τα | σκολύμπρια |
γενική | του | σκολυμπριού | των | σκολυμπριών |
αιτιατική | το | σκολύμπρι | τα | σκολύμπρια |
κλητική | σκολύμπρι | σκολύμπρια | ||
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση. | ||||
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- σκολύμπρι < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
σκολύμπρι ουδέτερο
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
σκολύμπρι
|