σμηνοσεισμοί

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις   πληθυντικός  
ονομαστική οι σμηνοσεισμοί
      γενική των σμηνοσεισμών
    αιτιατική τους σμηνοσεισμούς
     κλητική σμηνοσεισμοί
Κατηγορία όπως «ναός» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

σμηνοσεισμοί < σμήν(ος) + -ο- + (σεισμός) σεισμοί• Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

σμηνοσεισμοί αρσενικό, μόνο στον πληθυντικό

  • πολλοί μικροί σεισμοί οι οποίοι γίνονται σε ένα μικρό χρονικό διάστημα
    ※  Ο Ευθ. Λέκκας μιλώντας με τους κατοίκους της περιοχής τόνισε πως από την πλευρά της Πολιτείας γίνονται οι απαραίτητες ενέργειες. Είναι ένα φαινόμενο όχι πρωτόγνωρο, είπε, το οποίο ονομάζεται "σμηνοσεισμοί" και μπορεί να διαρκέσει 3, 4, 5 ή 6 μήνες.
    "Καθησυχαστικοί οι σεισμολόγοι για τις δονήσεις στην Οιχαλία: "Το ρήγμα δεν μπορεί να δώσει μεγάλο σεισμό"" Elefteria Online Πρόσβαση: 12-10-2011

Μεταφράσεις[επεξεργασία]