τριπλοκατοικία
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
τριπλοκατοικία θηλυκό
- κτίριο με τρεις κατοικίες
- η τριπλοκατοικία συνήθως είναι τριώροφη, αλλά μπορεί να είναι και διώροφη
Συγγενικά[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
τριπλοκατοικία
|