χαλέπια πεύκη

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η χαλέπια πεύκη οι χαλέπιες πεύκες
      γενική της χαλέπιας πεύκης των χαλέπιων πευκών
    αιτιατική τη χαλέπια πεύκη τις χαλέπιες πεύκες
     κλητική χαλέπια πεύκη χαλέπιες πεύκες
Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

χαλέπια πεύκη < (καθαρεύουσα) χαλέπιος πεύκη (χαλέπιος & αρχαία ελληνική πεύκη < ταξινομικός όρος Πεύκη η χαλέπιος < νεολατινική Pinus halepensis < λατινική pinus & νεολατινική halepensis. Κυριολεκτικά: το πεύκο του Χαλεπιού.
Χαλέπια πεύκη στη Σιθωνία της Χαλκιδικής.

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /xaˈle.pi.a ˈpe.fci/

Πολυλεκτικός όρος[επεξεργασία]

χαλέπια πεύκη θηλυκό

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]