χαμοδρυά

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η χαμοδρυά οι χαμοδρυές
      γενική της χαμοδρυάς των χαμοδρυών
    αιτιατική τη χαμοδρυά τις χαμοδρυές
     κλητική χαμοδρυά χαμοδρυές
Οι καταλήξεις προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «καρδιά» - Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ανθισμένη χαμοδρυά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

χαμοδρυά < αρχαία ελληνική χαμαίδρυς

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /xa.mo.ðɾiˈa/
τυπογραφικός συλλαβισμός: χα‐μο‐δρυ‐ά

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

χαμοδρυά θηλυκό

Άλλες μορφές[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Πηγές[επεξεργασία]