ἀντωπός
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]
ελληνιστική κοινή (αρχαία κλίση) δε μαρτυρείται δυϊκός αριθμός | ||||||
→ γένη | αρσενικό & θηλυκό | ουδέτερο | ||||
↓ πτώσεις | ενικός | |||||
---|---|---|---|---|---|---|
ονομαστική | ὁ/ἡ | ἀντωπός | τὸ | ἀντωπόν | ||
γενική | τοῦ/τῆς | ἀντωποῦ | τοῦ | ἀντωποῦ | ||
δοτική | τῷ/τῇ | ἀντωπῷ | τῷ | ἀντωπῷ | ||
αιτιατική | τὸν/τὴν | ἀντωπόν | τὸ | ἀντωπόν | ||
κλητική ὦ! | ἀντωπέ | ἀντωπόν | ||||
↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
ονομαστική | οἱ/αἱ | ἀντωποί | τὰ | ἀντωπᾰ́ | ||
γενική | τῶν | ἀντωπῶν | τῶν | ἀντωπῶν | ||
δοτική | τοῖς/ταῖς | ἀντωποῖς | τοῖς | ἀντωποῖς | ||
αιτιατική | τοὺς/τὰς | ἀντωπούς | τὰ | ἀντωπᾰ́ | ||
κλητική ὦ! | ἀντωποί | ἀντωπᾰ́ | ||||
δυϊκός | ||||||
ονομ-αιτ-κλ | τὼ | ἀντωπώ | τὼ | ἀντωπώ | ||
γεν-δοτ | τοῖν | ἀντωποῖν | τοῖν | ἀντωποῖν | ||
2η κλίση, Κατηγορία 'βοηθός' όπως «βοηθός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Επίθετο[επεξεργασία]
ἀντωπός, -ός, -όν
- (ελληνιστική κοινή) αντωπός
- με το μπροστινό μέρος
- αντικριστός
Πηγές[επεξεργασία]
- ἀντωπός - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- ἀντωπός - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
Κατηγορίες:
- Επίθετα με κλίση όπως το 'βοηθός' (αρχαία ελληνικά)
- Επίθετα 2ης κλίσης (ελληνιστική κοινή)
- Επίθετα που κλίνονται όπως το 'βοηθός' (ελληνιστική κοινή)
- Λέξεις οξύτονες (ελληνιστική κοινή)
- Επίθετα οξύτονα (ελληνιστική κοινή)
- Λέξεις με πρόθημα ἀντ- (ελληνιστική κοινή)
- Λέξεις με επίθημα -ωπός (ελληνιστική κοινή)
- Ελληνιστική κοινή
- Επίθετα (ελληνιστική κοινή)
- Αντίστροφο λεξικό (αρχαία ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)