ᾠδικός
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]
γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
↓ πτώσεις | ενικός | |||||
---|---|---|---|---|---|---|
ονομαστική | ὁ | ᾠδικός | ἡ | ᾠδική | τὸ | ᾠδικόν |
γενική | τοῦ | ᾠδικοῦ | τῆς | ᾠδικῆς | τοῦ | ᾠδικοῦ |
δοτική | τῷ | ᾠδικῷ | τῇ | ᾠδικῇ | τῷ | ᾠδικῷ |
αιτιατική | τὸν | ᾠδικόν | τὴν | ᾠδικήν | τὸ | ᾠδικόν |
κλητική ὦ! | ᾠδικέ | ᾠδική | ᾠδικόν | |||
↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
ονομαστική | οἱ | ᾠδικοί | αἱ | ᾠδικαί | τὰ | ᾠδικᾰ́ |
γενική | τῶν | ᾠδικῶν | τῶν | ᾠδικῶν | τῶν | ᾠδικῶν |
δοτική | τοῖς | ᾠδικοῖς | ταῖς | ᾠδικαῖς | τοῖς | ᾠδικοῖς |
αιτιατική | τοὺς | ᾠδικούς | τὰς | ᾠδικᾱ́ς | τὰ | ᾠδικᾰ́ |
κλητική ὦ! | ᾠδικοί | ᾠδικαί | ᾠδικᾰ́ | |||
δυϊκός | ||||||
ονομ-αιτ-κλ | τὼ | ᾠδικώ | τὼ | ᾠδικᾱ́ | τὼ | ᾠδικώ |
γεν-δοτ | τοῖν | ᾠδικοῖν | τοῖν | ᾠδικαῖν | τοῖν | ᾠδικοῖν |
2η&1η κλίση, Κατηγορία 'καλός' όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Επίθετο[επεξεργασία]
ᾠδικός, -ή, -όν, συγκριτικός : ᾠδικώτερος, υπερθετικός : ᾠδικότατος
- που αγαπά την ᾠδή
- που είναι ικανός να άδει, να τραγουδά, που είναι εξασκημένος στο τραγούδι
Παράγωγα[επεξεργασία]
Συγγενικά[επεξεργασία]
- (Χρειάζεται επεξεργασία)
- Λέξεις ῳδικ- @perseus.tufts.edu Greek Dictionary Headword Search, Πανεπιστήμιο Tufts
→ και δείτε τη λέξη ᾠδή
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
ως αντώνυμα:
Πηγές[επεξεργασία]
- ᾠδικός - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- ᾠδικός - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
Κατηγορίες:
- Επίθετα με κλίση όπως το 'καλός' (αρχαία ελληνικά)
- Επίθετα 2ης κλίσης (αρχαία ελληνικά)
- Επίθετα που κλίνονται όπως το 'καλός' (αρχαία ελληνικά)
- Λέξεις οξύτονες (αρχαία ελληνικά)
- Επίθετα οξύτονα (αρχαία ελληνικά)
- Λέξεις με επίθημα -ικός (αρχαία ελληνικά)
- Αρχαία ελληνικά
- Επίθετα (αρχαία ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (αρχαία ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)