foutre
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Ρήμα[επεξεργασία]
foutre (fr) (παρωχημένο) (χυδαίο)
(οικείο)
Επιφώνημα[επεξεργασία]
foutre (fr)
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
foutre (fr) αρσενικό