've

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

've: συναίρεση του have

Ρήμα[επεξεργασία]

've (en) (εγκλιτικό)

  • έχω
    They've taken everything.
    Έχουν πάρει τα πάντα

Σύνθετα[επεξεργασία]