Μετάβαση στο περιεχόμενο

ölmek

Από Βικιλεξικό

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
ölmek < (κληρονομημένο) παλαιά τουρκική

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /ɶlˈmec/
τυπογραφικός συλλαβισμός: ölmek

ölmek (tr)

Συγγενικά

[επεξεργασία]