ĉevaltrinkejo
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | ĉevaltrinkejo | ĉevaltrinkejoj |
αιτιατική | ĉevaltrinkejon | ĉevaltrinkejojn |
ĉevaltrinkejo (eo)