Αγιοβλασίτη
Εμφάνιση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- Αγιοβλασίτη < γενική ενικού του αρσενικού Αγιοβλασίτης
Κύριο όνομα
[επεξεργασία]Αγιοβλασίτη θηλυκό άκλιτο
Άλλες μορφές
[επεξεργασία]Μεταγραφές
[επεξεργασία]
Κλιτικός τύπος κυρίου ονόματος
[επεξεργασία]Αγιοβλασίτη αρσενικό
- γενική, αιτιατική και κλητική ενικού του Αγιοβλασίτης