Ελευθροχωρινού
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- Ελευθροχωρινού < γενική ενικού του αρσενικού Ελευθεροχωρινός
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /e.le.fθe.ɾo.xo.ɾiˈnu/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Ε‐λευ‐θε‐ρο‐χω‐ρι‐νού
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Ελευθροχωρινού θηλυκό άκλιτο
Μεταγραφές[επεξεργασία]
Κλιτικός τύπος κυρίου ονόματος[επεξεργασία]
Ελευθροχωρινού αρσενικό