Κουν
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία 1[επεξεργασία]
- Κουν < (άμεσο δάνειο) γερμανική Kuhn (από την περίοδο της Βαυαροκρατίας στην Ελλάδα, ή από γερμανοεβραϊκές οικογένειες Κοέν)
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Κουν αρσενικό ή θηλυκό άκλιτο
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
- Κάρολος Κουν στη Βικιπαίδεια , 1908-1987, Έλληνας σκηνοθέτης του θεάτρου
Μεταγραφές[επεξεργασία]
- λατινικοί χαρακτήρες: Koun (ως ελληνικό επώνυμο), Kuhn, Kun
Ετυμολογία 2[επεξεργασία]
- Κουν < μεταγραμματισμός ονομάτων από συστήματα γραφών εκτός από το ελληνικό
- δείτε < ουγγρικής προέλευσης Kun (είτε ως καθαρά ουγγρικό επώνυμο, είτε προσαρμογή από την ομόηχη εβραϊκής προέλευσης Kuhn αλλά και το παραπλήσιο Kοhn, παραλλαγές του Κοέν)
Μεταγραφή[επεξεργασία]
Κουν
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
- Τόμας Κουν (T.S. Kuhn) στη Βικιπαίδεια , 1922-1996, Αμερικανός φιλόσοφος (επιστημολόγος)
- Μπέλα Κουν στη Βικιπαίδεια , 1886-1938/39, Ούγγρος κομμουνιστής ηγέτης