Ρούντχαρτ
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /ˈɾud.xaɾt/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Ρούντ‐χαρτ
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Ρούντχαρτ αρσενικό ή θηλυκό άκλιτο
Άλλες μορφές[επεξεργασία]
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
- Ιγνάτιος φον Ρούντχαρτ στη Βικιπαίδεια (1790-1838), Βαυαρός νομικός και πολιτικός, Πρωθυπουργός της Ελλάδας την εποχή του Όθωνα
Μεταγραφές[επεξεργασία]
Κατηγορίες:
- Προέλευση λέξεων - επώνυμα από τα γερμανικά (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Κύρια ονόματα (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά άκλιτα κοινού γένους (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά άκλιτα (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά κοινού γένους (νέα ελληνικά)
- Επώνυμα κοινού γένους ξενικά (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)