Στρέιτ
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- Στρέιτ < άμεσο δάνειο από τη γερμανική Streit· Mεταγραμματισμός του γερμανικού επωνύμου Στράιτ ως ελληνικό, από την περίοδο της Βαυαροκρατίας στην Ελλάδα, από τον Johannes Alexander Freiherr von Streit, που ήρθε και εγκαταστάθηκε στη χώρα με τον Όθωνα.
Κύριο όνομα
[επεξεργασία]Στρέιτ αρσενικό ή θηλυκό, άκλιτο
Δείτε επίσης
[επεξεργασία]- Στέφανος Στρέιτ (1835/37 – 1920) στη Βικιπαίδεια , Έλληνας δικαστικός, πανεπιστημιακός και τραπεζίτης
- Γεώργιος Στρέιτ (1868–1948) στη Βικιπαίδεια , Έλληνας νομικός, πανεπιστημιακός, διπλωμάτης, ακαδημαϊκός και πολιτικός, γιος του παραπάνω