αναστύλιωσε τ' αχούρι, μα το μουλάρι ψόφησε

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

→ δείτε τις λέξεις αναστυλιώνω στον αόριστο αναστύλιωσε, εδώ αμετάβατο (αναστυλιώθηκε), αχούρι, μα, το, μουλάρι και ψοφάω στον αόριστο ψόφησε

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /a.na.stiˈʎo.se t‿aˈxu.ɾi ma‿to‿muˈla.ɾi ˈpso.fi.se/

Παροιμία[επεξεργασία]

αναστύλιωσε τ' αχούρι, μα το μουλάρι ψόφησε

Πηγές[επεξεργασία]