βαρεμένη

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
βαρεμένη < λείπει η ετυμολογία

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

βαρεμένη θηλυκό

Κλιτικός τύπος μετοχής

[επεξεργασία]

βαρεμένη θηλυκό