γενετικά

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]

γενετικά < γενετικός < αγγλική genetic < αρχαία ελληνική < γένεσις

Επίρρημα

[επεξεργασία]

γενετικά

  1. σχετικά με τα γονίδια και την επιστήμη της γενετικής
    γενετικά τροποποιημένα φυτά

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]

Κλιτικός τύπος επιθέτου

[επεξεργασία]

γενετικά