διά ζώσης
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- διά ζώσης < → δείτε τις λέξεις διά και ζώσα < 'καθαρεύουσα' διὰ ζώσης < αρχαία ελληνική διά & ζῶσα στη γενική ζώσης, θηλυκό της μετοχής ζῶν του ρήματος ζῶ
Έκφραση[επεξεργασία]
διά ζώσης
- (λόγιο για επικοινωνία με ζωντανή παρουσία) από κοντά / εκ του σύνεγγυς
- ↪ Ας μην τα λέμε τηλεφωνικά. Να συναντηθούμε, να τα πούμε διά ζώσης.
Συνώνυμα[επεξεργασία]
Αντώνυμα[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
διά ζώσης
|