εκ του σύνεγγυς
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- εκ του σύνεγγυς < → δείτε τις αρχαίες λέξεις ἐκ, τοῦ και σύνεγγυς (κοντά) - σημασιολογικό δάνειο από τη γαλλική de près[1]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /ek‿tu‿ˈsin.eŋ.ɟis/
Έκφραση[επεξεργασία]
εκ του σύνεγγυς
- (λόγιο, για επικοινωνία με ζωντανή παρουσία) από κοντά / διά ζώσης
- ↪ Πάει καιρός από την τελευταία φορά που συναντηθήκαμε. Πρέπει να τα πούμε ξανά εκ του σύνεγγυς.
Συνώνυμα[επεξεργασία]
Αντώνυμα[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
Αναφορές[επεξεργασία]
- ↑ σύνεγγυς - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας